Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φλαπ < (άμεσο δάνειο) αγγλική flap

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φλαπ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία