Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

φιλονικήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φιλονικώ
  2. θα φιλονικήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φιλονικώ