φθηναίνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαφθηναίνω
- άλλη μορφή του φτηναίνω
Κλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | φθηναίνω | φθήναινα | θα φθηναίνω | να φθηναίνω | φθηναίνοντας | |
β' ενικ. | φθηναίνεις | φθήναινες | θα φθηναίνεις | να φθηναίνεις | φθήναινε | |
γ' ενικ. | φθηναίνει | φθήναινε | θα φθηναίνει | να φθηναίνει | ||
α' πληθ. | φθηναίνουμε | φθηναίναμε | θα φθηναίνουμε | να φθηναίνουμε | ||
β' πληθ. | φθηναίνετε | φθηναίνατε | θα φθηναίνετε | να φθηναίνετε | φθηναίνετε | |
γ' πληθ. | φθηναίνουν(ε) | φθήναιναν φθηναίναν(ε) |
θα φθηναίνουν(ε) | να φθηναίνουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | φθήνυνα | θα φθηνύνω | να φθηνύνω | φθηνύνει | ||
β' ενικ. | φθήνυνες | θα φθηνύνεις | να φθηνύνεις | φθήνυνε | ||
γ' ενικ. | φθήνυνε | θα φθηνύνει | να φθηνύνει | |||
α' πληθ. | φθηνύναμε | θα φθηνύνουμε | να φθηνύνουμε | |||
β' πληθ. | φθηνύνατε | θα φθηνύνετε | να φθηνύνετε | φθηνύνετε | ||
γ' πληθ. | φθήνυναν φθηνύναν(ε) |
θα φθηνύνουν(ε) | να φθηνύνουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω φθηνύνει | είχα φθηνύνει | θα έχω φθηνύνει | να έχω φθηνύνει | ||
β' ενικ. | έχεις φθηνύνει | είχες φθηνύνει | θα έχεις φθηνύνει | να έχεις φθηνύνει | ||
γ' ενικ. | έχει φθηνύνει | είχε φθηνύνει | θα έχει φθηνύνει | να έχει φθηνύνει | ||
α' πληθ. | έχουμε φθηνύνει | είχαμε φθηνύνει | θα έχουμε φθηνύνει | να έχουμε φθηνύνει | ||
β' πληθ. | έχετε φθηνύνει | είχατε φθηνύνει | θα έχετε φθηνύνει | να έχετε φθηνύνει | ||
γ' πληθ. | έχουν φθηνύνει | είχαν φθηνύνει | θα έχουν φθηνύνει | να έχουν φθηνύνει |
|
Μεταφράσεις
επεξεργασία φθηναίνω
|