φηκαρώνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φηκαρώνω < θηκαρώνω με τροπή [θ > f]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fi.ka.ɾo.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φη‐κα‐ρώ‐νω
Ρήμα
επεξεργασίαφηκαρώνω [1]
- άλλη μορφή του θηκαρώνω
Αντώνυμα
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φηκαρώνω
→ δείτε τη λέξη θηκαρώνω |
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ «θηκαρώνω (και φηκαρώνω)» - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .