Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

υποτονίζω < υπο- + τονίζω

  Ρήμα επεξεργασία

υποτονίζω

  • δίνω λιγότερη έμφαση σε κάτι σε αντιδιαστολή με άλλα στοιχεία
    ...[το εκπαιδευτικό μοντέλο] αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος της Mέσης Eκπαίδευσης στη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και κατά συνέπεια υποτονίζει: την ερμηνευτική διαδικασία, τη διδασκαλία της ζωντανής μας γλώσσας και λογοτεχνίας... (Δ. Ν. Mαρωνίτης, Aρχαία ελληνική γλώσσα και γραμματεία, 1978)

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία