Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

υπογράψει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος υπογράφω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος υπογράφω
  3. θα υπογράψει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος υπογράφω