Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Μετοχή επεξεργασία

υπερτιμώντας άκλιτο

  • μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος υπερτιμώ
    Δεν πρόκειται να βρεις αγοραστές υπερτιμώντας τα ακίνητα.
    Δεν βοηθάς το παιδί υπερτιμώντας τις δυνάμεις του, γιατί αύριο θα απογοητευθεί.