υπερπολυτελώς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υπερπολυτελώς < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα επεξεργασία
υπερπολυτελώς
- με εξαιρετικά μεγάλη πολυτέλεια
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερπολυτελώς
|
υπερπολυτελώς
|