Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τυροκομώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
τυροκομώ
<
αρχαία ελληνική
τυροκομῶ
(
τυροκομέω
)
Ρήμα
επεξεργασία
τυροκομώ
(
και
τυροκομάω
)
πήζω
τυρί
το σημερινό γάλα θα το
τυροκομήσω
και με το αυριανό θα κάνω γιαούρτι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τυροκομώ