Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τσάπερο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
τσάπερο
<
τσάπα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τσάπερο
ουδέτερο
χωράφι
με
σκληρό
χώμα
που το
έσκαβαν
με την
τσάπα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τσάπερο