Ετυμολογία

επεξεργασία
τσάκα τσάκα : (ηχομιμητική λέξη) → δείτε τη λέξη τσακ

  Έκφραση

επεξεργασία

τσάκα τσάκα

  • γρήγορα
  • λέγεται συνηθέστερα για συντόμευση κάποιας ενέργειας
* "καθάρισε τσάκα τσάκα να φύγουμε"

  Μεταφράσεις

επεξεργασία