Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

τρυπήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος τρυπώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος τρυπώ
  3. θα τρυπήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος τρυπώ