Ετυμολογία

επεξεργασία
τρυκ < (λόγιο δάνειο) γαλλική truc χωρίς απλοποίηση της γραφής

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τρυκ ουδέτερο άκλιτο

  • παρωχημένη γραφή του τρικ, μη απλοποιημένη