τρανώς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τρανώς < αρχαία ελληνική τρανῶς[1] < τρανής
Επίρρημα
επεξεργασίατρανώς
Μεταφράσεις
επεξεργασία τρανώς
|
- ↑ τρανής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.