Ετυμολογία

επεξεργασία
τρέκι < αγγλική Trekkie < Star Trek

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τρέκι αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

  • φανατικός οπαδός της τηλεοπτικής σειράς Σταρ Τρεκ
    ※  Ενα βήμα πιο κοντά στον διακτινισμό, το όνειρο κάθε «τρέκι» (φανατικού της σειράς επιστημονικής φαντασίας «Σταρ Τρεκ») πλησίασαν επιστήμονες από την Ολλανδία που κατάφεραν να τηλεμεταφέρουν δεδομένα ανάμεσα σε δύο σημεία που απείχαν τρία μέτρα μεταξύ τους εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 13/6/2014, [1])
    ※  Ο Σκότι τώρα (Τζέιμς Ντούχαν) ο αγαπημένος σε όλους αρχιμηχανικός του διαστημόπλοιου «διακτίνισε» κοντά του τους φίλους και παλιούς συμπρωταγωνιστές του στη σειρά επιστημονικής φαντασίας, που δεν ξεπεράστηκε ποτέ από καμιά άλλη, καθώς απέκτησε το δικό του αστέρι στο Walk of Fame του Χόλιγουντ. Και η τελετή ήταν... η χαρά του «Τρέκι», «μια γαλαξιακή μέρα σε μια πόλη γεμάτη από αστέρια», όπως είπε ο Τζορτζ Τακέι, ο Σούλου της σειράς. «Μαζευτήκαμε εδώ από όλα τα σημεία του πλανήτη για να σε συγχαρούμε», εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 09/02/2004, ([2])

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία