Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τράνζιτ < γαλλική transit

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈtɾan.zit/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τράνζιτ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία