Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

συνυπηρετήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος συνυπηρετώ
  2. θα συνυπηρετήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος συνυπηρετώ