Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συνηγόρησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
συνηγόρησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
συνηγορώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
συνηγορώ