Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

συκοφαντήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος συκοφαντώ
  2. θα συκοφαντήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος συκοφαντώ