Ετυμολογία

επεξεργασία
συζευκτικώς < συζευκτικός + -ώς

  Επίρρημα

επεξεργασία

συζευκτικώς

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία