Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

στενοχωρίη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

στενοχωρίη θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία