Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στάλαξε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
στάλαξε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
σταλάζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
σταλάζω