Ετυμολογία

επεξεργασία
σπρέι < αγγλική spray

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σπρέι ουδέτερο άκλιτο

  • ρευστό διάλυμα που μπορεί να εκτοξευθεί από μπουκαλάκι

  Μεταφράσεις

επεξεργασία