σπλαχνιστούν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίασπλαχνιστούν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος σπλαχνίζομαι
- θα σπλαχνιστούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος σπλαχνίζομαι