Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σούκο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
σούκο
<
αγγλική
Schuko
(
όνομα μάρκας
)
Επίθετο
επεξεργασία
σούκο
άκλιτο
είδος
χωνευτής
ηλεκτρικής
πρίζας
που εξασφαλίζει μεγαλύτερη
ασφάλεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σούκο