σαλιάρω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /saˈʎa.ɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σα‐λιά‐ρω
Ρήμα
επεξεργασίασαλιάρω
Μεταφράσεις
επεξεργασία σαλιάρω
→ δείτε τη λέξη ανεβαίνω |
Πηγές
επεξεργασία- Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 15.