Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ρύαξ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ρύαξ
< από το αρχαίο ουσιαστικό
ῥύαξ
(
χείμαρρος
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ρύαξ
αρσενικό
το
ρυάκι
(βλέπε λέξη)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ρύαξ