Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πυρσεύω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
επεξεργασία
πυρσεύω
<
πυρσός
Ρήμα
επεξεργασία
πυρσεύω
ανάβω
πυρσούς
μεταδίδω
μηνύματα
ανάβοντας συνθηματικά πυρσούς
πυρπολώ
κάνω κάτι να λάμπει σαν πυρσός