Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

προϋπάρξουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος προϋπάρχω
  2. θα προϋπάρξουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος προϋπάρχω