Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  προδίδω


Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προδίδομαι < προδίδωμι < πρό + δίδωμι

  Ρήμα επεξεργασία

προδίδομαι

  • μέση-παθητική φωνή του ρήματος προδίδωμι, με εγκαταλείπουν, με προδίδουν

Κλίση επεξεργασία