Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προανάκρισις (μαρτυρείται από το 1833) [1] < → και δείτε τη λέξη προανάκριση

  Ουσιαστικό επεξεργασία

προανάκρισις, -εως θηλυκό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. 1833, Ελληνικοί κώδικες σελ. 838, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου