Ετυμολογία

επεξεργασία
πορτ κλε < (λόγιο δάνειο) γαλλική porte-clés / porte-clé / porte clefs

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πορτ κλε ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία