Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πορτοκαλίζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πορτοκαλίζω
<
πορτοκαλί
+
-ίζω
Ρήμα
επεξεργασία
πορτοκαλίζω
αποκτώ μια
πορτοκαλί
απόχρωση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πορτοκαλίζω