Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποιμαντορικώς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ποιμαντορικώς
<
ποιμαντορικός
+
-ώς
Επίρρημα
επεξεργασία
ποιμαντορικώς
(
αρχαιοπρεπές
) με
ποιμαντορικό
τρόπο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ποιμαντορικώς