Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

πετάξει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος πετώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πετώ
  3. θα πετάξει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πετώ