Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

περιφρουρήσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος περιφρουρώ
  2. θα περιφρουρήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος περιφρουρώ