Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
περιτείχισε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
περιτείχισε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
περιτειχίζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
περιτειχίζω