Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

περιμαζέψει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος περιμαζεύω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος περιμαζεύω
  3. θα περιμαζέψει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος περιμαζεύω