περιδινούμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- περιδινούμαι < αρχαία ελληνική περιδινοῦμαι
Ρήμα
επεξεργασία- κινούμαι σε σπειροειδή ή σε κυκλική τροχιά (συνήθως) μετακινούμενου νοητού δίσκου ή κυλίνδρου
- κινούμαι σε πολικό εξάγωνο λόγω του μεγέθους του πλανήτη, και των χαρακτηριστικών της ατμόσφαιρας