Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πατριαρχεύσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πατριαρχεύω
  2. θα πατριαρχεύσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πατριαρχεύω