Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

παραωριμάσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος παραωριμάζω
  2. θα παραωριμάσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος παραωριμάζω