Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παραφρόνησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
παραφρόνησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
παραφρονώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
παραφρονώ