Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

παραπαχύνουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος παραπαχαίνω
  2. θα παραπαχύνουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος παραπαχαίνω