→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παραμεθόριος < παρα- + μεθόριος

  Επίθετο

επεξεργασία

παραμεθόριος, -α/-ος, ο

  • που είναι κοντά στα σύνορα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία