Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρακράτησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
παρακράτησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
παρακρατώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
παρακρατώ