παραείμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαπαραείμαι
- είμαι σε υπερβολικό βαθμό
- αυτό το παιδί παραείναι άτακτο
- παραείναι αργά για να κάτσω να κάνω αυτή τη δουλειά
Μεταφράσεις
επεξεργασία παραείμαι
|
παραείμαι
|