παντοτινῶς
Ετυμολογία
επεξεργασία- παντοτινῶς < παντοτιν(ός) + -ῶς
Επίρρημα
επεξεργασίαπαντοτινῶς
Πηγές
επεξεργασία- παντοτινῶς: παντοτινώς - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].