παλαιά γερμανικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- παλαιά γερμανικά < → δείτε τις λέξεις παλαιός και γερμανικός, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο στον πληθυντικό
Προφορά
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαπαλαιά γερμανικά
- (γλώσσα) → δείτε τη λέξη παλαιά σαξονικά