οὐροβόρος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαοὐροβόρος
- που τρώει την ουρά του
- Παρά τοίς αλχημισταίς ο ουροβόρος όφις, όπως και το φιλοσοφικόν ώόν, εξεικονίζει το ενιαίον της ύλης, την απόλυτον ... πάν (Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια, τ, 19, σελ. 260, 1926)