Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορμίζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορμίζω
<
αρχαία ελληνική
ὁρμίζω
Ρήμα
επεξεργασία
ορμίζω
(
ναυτικός όρος
)
αγκυροβολώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορμίζω
→
δείτε
τη λέξη
αγκυροβολώ